Μετάβαση στο περιεχόμενο

Iστορική Περίοδος

Η μόνιμη έκθεση συνεχίζει με την παρουσίαση εκθεμάτων σύμφωνα με τους ίδιους θεματικούς άξονες που διατρέχουν όλες τις ενότητες και παρέχουν τη δυνατότητα στους επισκέπτες να γνωρίσουν τους σημαντικότερους οικισμούς, όπου παρουσιάζονται οι όψεις του δημοσίου και ιδιωτικού βίου, την θρησκεία και τον μετά θάνατον κόσμο, και τις σχέσεις των Ηλείων με τον υπόλοιπο κόσμο (εμπορικές-οικονομικές-καλλιτεχνικές συναλλαγές).

Τα εκθέματα της δεύτερης ενότητας μας αφηγούνται την εποχή κατά την οποία οι Ηλείοι δημιουργούν το κράτος τους, διαμορφώνουν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του και κατακτούν τη δική τους θέση στον αρχαίο ελληνικό κόσμο.

Καθοριστική υπήρξε η συμβολή της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ολυμπία στην πολιτική και κοινωνική πρόοδο της Ηλείας, καθώς και η σταδιακή ανάδειξη του Ιερού της Ολυμπίας σε κέντρο πανελλήνιας σημασίας.

Μέσω αυτής της εξέλιξης, οι Ηλείοι κατάφεραν να διασφαλίσουν την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας τους, να ενισχύσουν το κύρος του κράτους τους σε πανελλήνιο επίπεδο και να απολαύσουν ειρήνη και ευημερία χωρίς προσφυγή στη βία.

Χάρη στις ικανότητες και εξαιρετικές επιδόσεις που επέδειξαν οι Ηλείοι στην διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και τη διαχείριση του πανελλήνιου ιερού της Ολυμπίας γνώρισαν μακρόχρονη περίοδο σταθερότητας και οικονομικής άνθησης.

Η εμπλοκή των Ηλείων στον Πελοποννησιακό Πόλεμο είχε οδυνηρές συνέπειες. Μετά από δύο σπαρτιατικές εισβολές, υποχρεώθηκαν το 399 π.Χ. να συνθηκολογήσουν άνευ όρων, χάνοντας εδάφη όπως η Ακρώρεια και η Τριφυλία, ενώ αναγκάστηκαν να καταστρέψουν τα λιμάνια, τον στόλο και τα τείχη της πρωτεύουσάς τους. Σταδιακά, η Ήλιδα εξελίχθηκε σε ένα μικρό πολιτικά κράτος, διατηρώντας ωστόσο το σημαντικό προνόμιο της διοργάνωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.

Μετά τη μάχη των Λεύκτρων (371 π.Χ.), η Ηλεία ανακτά ορισμένα εδάφη και εντάσσεται στη Θηβαϊκή Ηγεμονία, ενώ συγκρούεται σφοδρά με τους Αρκάδες για την Ακρώρεια. Από το 343 π.Χ. ακολουθεί φιλομακεδονική πολιτική, ενώ στα ελληνιστικά χρόνια υιοθετεί καιροσκοπική στάση για να διατηρήσει την αυτονομία και την κυριαρχία της στο Ιερό της Ολυμπίας. Αργότερα συμμαχεί με την Αιτωλική Συμπολιτεία κατά της Αχαϊκής, γεγονός που οδηγεί στη λεηλασία της από τον Φίλιππο Ε΄ το 218 π.Χ.

Το 199 π.Χ. συντάσσεται με τους Ρωμαίους και μετά το 146 π.Χ. εντάσσεται στη ρωμαϊκή επικράτεια. Κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους απολαμβάνει σταθερότητα και ευημερία, κυρίως χάρη στο Ιερό της Ολυμπίας και τις γενναιόδωρες ρωμαϊκές χορηγίες.

Τον 3ο αι. μ.Χ. η Ηλεία πλήττεται από επιδρομές Γότθων και Ερούλων. Το Ιερό της Ολυμπίας αρχικά αντιστέκεται στην εξάπλωση του χριστιανισμού, αλλά σταδιακά παρακμάζει. Τα τελικά πλήγματα συνιστούν η απαγόρευση των Ολυμπιακών Αγώνων – το 393 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιος Α΄ – καθώς και τα φυσικά φαινόμενα – σεισμοί και πλημμύρες – που οδηγούν στην εγκατάλειψη και ερήμωση της Ήλιδας και της Ολυμπίας.

Η ανθρωπογεωγραφία της Ηλείας

Στην Ηλεία εγκαταστάθηκαν φύλα από όλα σχεδόν τα μέρη της Ελλάδας. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Ήλιδας και ευρύτερα του κάμπου της Ηλείας ήταν Αχαιοί, όπως οι Αρκάδες και οι Αιολείς, αναμιγμένοι με άλλα ελληνικά φύλα (Καύκωνες, Λέλεγες, Μινύες) από τη Θεσσαλία, την Αιτωλία, την Αττική, τη Μικρά Ασία, τη Βοιωτία και τη Κρήτη.
Τα τοπωνύμια και τα ονόματα των μυθικών ηρώων μαρτυρούν εύγλωττα την μίξη των διαφόρων φύλων (Πηνειός, Λάρισσος, Ενιπεύς, Εφύρα, Λάπιθος, Ιπποδάμεια. Κένταυροι, Ολυμπία κ.α.)

Η συγκέντρωση πληθυσμού από διάφορα μέρη της Ελλάδας και ο συγκερασμός παραδόσεων, εθίμων και λατρειών, υπήρξε καταλυτικό στοιχείο στη διαμόρφωση της ιδιοσυγκρασίας των Ηλείων, ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι ανήκουν σε ένα έθνος, το Ελληνικό.

Οικισμοί – Η οργάνωση του ηλειακού κράτους

Στην αυγή των ιστορικών χρόνων κατά τον 11ο π.Χ. αιώνα, έφτασαν στην Ηλεία δωρικά φύλα από την Αιτωλία με αρχηγό τον Όξυλο. Οι παλαιοί κάτοικοι συμφιλιώθηκαν με τους νέους και δημιούργησαν το κράτος της Ήλιδας. Το όνομα Ηλείοι καθιερώθηκε από το βασιλιά Ηλείο για όλους τους κατοίκους της επικράτειας και αντικατέστησε το όνομα Επειοί με το οποίο ήταν περισσότερο γνωστοί στα Ομηρικά έπη.

Οι Ηλείοι οργανώνονται σε πυκνές μικρές οικιστικές μονάδες, διάσπαρτες σε όλη τη χώρα. Δημιουργούν ένα φιλόξενο και ειρηνικό τόπο που τους παρέχει πλούτο και ασφάλεια.

Το ηλειακό κράτος μεγάλωσε και γνώρισε την μέγιστη ακμή του μετά τον β’ συνοικισμό της Ήλιδας το 471 π.Χ. Τότε περιελάβανε τέσσερις περιφέρειες: α) την Κοίλη Ήλιδα στο βόρειο τμήμα, στην εύφορη κοιλάδα του Πηνειού, η οποία όφειλε το όνομά της στο μεγάλο οικιστικό κέντρο και πρωτεύουσα του κράτους, β) την Τριφυλία, νοτίως του Αλφειού ως το ποτάμι της Νέδας, γ) η Πίσα στη βόρεια όχθη του Αλφειού εντός των ορίων της οποίας άνθησε το περίλαμπρο Ιερό του Ολύμπιου Διός και δ)η Ακρώρεια, περιοχή στην ανατολική και ορεινή Ηλεία στα σύνορα με την Αρκαδία. Οι μόνοι που κατείχαν το δικαίωμα του πολίτη ήταν οι κάτοικοι της Κοίλης Ήλιδας. Οι υπόλοιπες περιοχές υποτάχθηκαν σε αυτήν και έγιναν περιοικίδες και ήταν υποτελείς. Συνεχώς προσπαθούσαν να ανακτήσουν την ανεξαρτησία τους, ενώ συχνά στις εμφύλιες διαμάχες παρενέβαιναν οι Αρκάδες και οι Λακεδαιμόνιοι.

Η οργάνωση της πόλης. Η πρωτεύουσα Ήλιδα.

Η πρωτεύουσα του κράτους Ήλιδα, μόνιμη διοργανώτρια πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων της Αρχαιότητας για διάστημα μεγαλύτερο της χιλιετίας, στην περίοδο ακμής, υπήρξε μια πολυάνθρωπη πόλη 60.000 κατοίκων.

Μια τυπική σημαίνουσα πόλη των ιστορικών χρόνων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ήλιδα, διέθετε στο κέντρο της αγορά, με ναούς, ιερά, βωμούς, στοές και άλλα δημόσια κτίρια. Υπήρχαν επίσης λουτρά, αθλητικές εγκαταστάσεις και θέατρο. Η κυρίως πόλη της Ήλιδας, όπως και κάθε αρχαία πόλη, διέθετε εργαστήρια, καταστήματα και κατοικίες, όπως επίσης ένα καλά οργανωμένο σύστημα οδών, αγωγών ύδρευσης και αποχέτευσης. Στην πρωτεύουσα των Ηλείων, εκτός των αναγκών των μονίμων κατοίκων, όλες οι δημόσιες και ιδιωτικές υποδομές εξυπηρετούσαν, μεταξύ άλλων το πλήθος των επισκεπτών και των αθλητών που συνέρρεαν κάθε τέσσερα χρόνια προκειμένου να προετοιμαστούν κατάλληλα για την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων. Τα νεκροταφεία βρίσκονταν συνήθως έξω από τα όρια των πόλεων.

Ωστόσο, λόγω του αγροτικού και ποιμενικού χαρακτήρα της χώρας, οι περισσότεροι κάτοικοι προτιμούσαν να ζουν στην ύπαιθρο, σε διάσπαρτες μικρές κώμες και συνοικισμούς, κοντά στη γη τους.

Ευρήματα από πολλές περιοχές, όπως αρχιτεκτονικά μέλη, οδόσημα, περιρραντήρια, υποδηλώνουν την ύπαρξη οργανωμένων πόλεων σε διάφορες θέσεις της Ηλείας, πολλές από τις οποίες δεν έχουν ακόμη ερευνηθεί.

Θρησκεία

Η ηλειακή γη, ιερή και εύφορη, ήταν σπαρμένη με ιερά και η λατρεία των θεών ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής των κατοίκων.

Η Ηλεία είχε το προνόμιο, μαζί με τα μικρότερα τοπικά ιερά, να έχει στην επικράτειά της την Ολυμπία, το μεγαλύτερο πανελλήνιο ιερό, η φροντίδα και διαχείριση του οποίου φαίνεται πως ήταν η κύρια αποστολή και μέριμνα του κράτους της Ήλιδας, από το 776 π.Χ. όταν ο βασιλιάς της Ίφιτος διοργάνωσε τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της ιστορικής εποχής ως το 393 μ.Χ. οπότε καταργήθηκαν λόγω της επικράτησης του χριστιανισμού.

Μετά την απομάκρυνση της Περσικής απειλής, ανεγείρεται ο μεγαλοπρεπής ναός του Διός στην Ολυμπία, δωρικού ρυθμού, έργο του Ηλείου αρχιτέκτονα Λίβωνα. Πέρα από τον θρησκευτικό του χαρακτήρα, λειτούργησε ως σύμβολο εξουσίας, κύρους και πολιτισμικής υπεροχής. Τα πολύτιμα αφιερώματα ανάμεσα στα οποία και το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός, έργο του μεγάλου γλύπτη Φειδία, θάμπωνε όλους τους προσκυνητές και επισκέπτες του ιερού και καθιστούσε σαφή σε όλο τον ελληνικό κόσμο τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Ήλιδας.

Εκτός από το ∆ία, στο µεγάλο Ιερό λατρεύονταν και άλλες θεότητες, όπως η Ήρα, η θεά του τοκετού Ειλείθυια και η ∆ήµητρα Χαµύνη.

Στην Ήλιδα -πρωτεύουσα του κράτους των Ηλείων- και τις περιοικίδες πόλεις, ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει πλήθος ιερών, εκ των οποίων λίγα είναι εντοπισμένα και ερευνημένα.

Στην περιοχή της αρχαίας Τριφυλίας έχουν διασωθεί πολλοί ιεροί χώροι, οι οποίοι λειτουργούσαν ως περιφερειακά θρησκευτικά κέντρα με τοπική σημασία, αλλά καθοριστικό ρόλο για τη διοικητική τους περιφέρεια.

Μεταξύ αυτών ξεχωρίζουν το Ιερό της Αθηνάς στη Σκιλλουντία, ένα μικρό Ιερό του Δία στα Μακρίσα και ένα δεύτερο στις Μπάμπες, καθώς και ένα ιερό άγνωστης θεότητας επίσης στα Μακρίσια. Σημαντικά είναι επίσης το Ιερό της Αρτέμιδος στον Κουμουθέκρα, το Ιερό της Δήμητρας στην ακρόπολη του Λεπρέου, όπου υπήρχε και ένα δεύτερο μικρό Ιερό, και τέλος, το Ιερό της Αθηνάς στο χωριό Πρασιδάκι.

Στη Φιγάλεια ξεχωρίζει το Ιερό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες, το Ιερό της Αθηνάς και του Διός Σωτήρος και ένα σπηλαιώδες ιερό αφιερωμένο στη Δήμητρα Μέλαινα. Στην Αλίφειρα, διατηρούνται τα λείψανα του ναού της Αθηνάς καθώς και ιερού του Ασκληπιού, αποδεικνύοντας τη θρησκευτική και πολιτιστική σημασία της περιοχής.

Αυτά τα ιερά, κρυμμένα σε σπήλαια, σε κορυφές βουνών ή κοντά σε πηγές, αποτελούσαν τόπους συνάντησης των ανθρώπων με το υπερφυσικό.

Η ενότητα παρουσιάζει αρχαιολογικά ευρήματα που αποκαλύπτουν την πλούσια θρησκευτική ζωή της Ηλείας κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ., τους τόπους όπου οι κάτοικοι τιμούσαν τους θεούς τους, τα αρχαία ιερά, τα αφιερώματα, την αρχιτεκτονική τους, τις τελετουργικές πρακτικές και τις ταφικές συνήθειές τους.

Άνθρωποι, Ιδέες, Αντικείμενα

Κατά τη γεωμετρική περίοδο (τέλη 9ου – αρχές 8ου αι. π.Χ.), οι Ηλείοι ιδρύουν αποικίες στην Κασσωπαία, όπως η Πανδοσία, το Βουχέτιο, η Ελάτεια και οι Βατίες καθώς πολλοί αναγκάστηκαν να φύγουν από την Ήλιδα μετά την επικράτηση των Αιτωλοδωρικών φύλων. Η παρουσία τους επιβεβαιώνεται από ειδώλια στις αποικίες, όμοια με αυτά της Ολυμπίας.

Στις αρχές του 6ου αι. π.Χ., νέα κύματα Ηλείων εγκαθίστανται στην Επίδαμνο και την Απολλωνία, αντί των παλαιότερων αποικιών.

Αναφορές υπάρχουν και για συμμετοχή των Ηλείων στον αποικισμό της Ιταλίας και Σικελίας, με επιβεβαιωμένη την παρουσία τους στις Συρακούσες υπό τον Ιαμίδη, όπως αναφέρει ο Πίνδαρος.

Λέαινα της Βαρβάσαινας

Παριστάνεται όρθια, με το κεφάλι στραμμένο αριστερά και με το δεξί της πόδι να συγκρατεί κεφαλή κριού. Αποτελούσε ταφικό σήμα του 4ου αι. π. Χ. και ήταν μνημείο δηλωτικό της ανδρείας του τιμώμενου νεκρού. Επίσης, το γλυπτό έργο λειτουργούσε αποτρεπτικά για την παραβίαση του τάφου.

Το συνηθέστερο ταφικό σήμα με μορφή ζώου -ήδη από την αρχαϊκή εποχή- ήταν ένα λιοντάρι. Το δυναμικό ζώο υιοθετήθηκε μάλλον ως φρουρός του μνήματος και ως σύμβολο ανδρείας, αφού ήταν το σύνηθες σήμα των ομαδικών τάφων, όσων σκοτώθηκαν σε μάχη

Ενότητα Ιστορικών Χρόνων

Υποενότητες

Η Ιερά οδός και η μεγαλοπρεπής Ιερά Πομπή των Ολυμπιακών Αγώνων

Η Ήλιδα ήταν η πόλη που είχε την ευθύνη για την προετοιμασία και διεξαγωγή των φημισμένων Ολυμπιακών Αγώνων στην αρχαιότητα. Όσοι αθλητές ήθελαν να συμμετάσχουν, έπρεπε να παρουσιαστούν στην Ήλιδα τουλάχιστον σαράντα ημέρες πριν την έναρξη των αγώνων. Η πόλη, ως πρωτεύουσα του κράτους των Ηλείων, είχε υπό την εποπτεία της το πανελλήνιο ιερό του Δία στην Ολυμπία.

Εκεί, οι αθλητές υποβάλλονταν αρχικά σε έλεγχο από τους Ελλανοδίκες για να διαπιστωθεί αν πληρούσαν τα απαραίτητα κριτήρια συμμετοχής. Στη συνέχεια, διδάσκονταν τους κανόνες των αγωνισμάτων και τις αρχές του «ευ αγωνίζεσθαι» και προπονούνταν στις αθλητικές εγκαταστάσεις της πόλης. Η διαδικασία αυτή εξασφάλιζε την επιλογή μόνο όσων είχαν προετοιμαστεί ικανοποιητικά ενώ απορρίπτονταν οι αθλητές με χαμηλές επιδόσεις, ή που δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις συμμετοχής.

Όσοι ξεχώριζαν μέσα από την αυστηρή προετοιμασία και τις δοκιμασίες, αποκτούσαν το δικαίωμα να αγωνιστούν στο Ολυμπιακό Ιερό και εντάσσονταν ως μέλη στην Ιερή Πομπή που θα κατευθυνόταν προς την Ολυμπία.

Σύμφωνα με τις φιλολογικές μαρτυρίες, η Ήλις (ή Ήλιδα), απείχε μέσω της πεδινής Ιεράς Οδού 300 στάδια (περίπου 58 χλμ.) από το Ιερό του Διός της Ολυμπίας.

Την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, σχηματιζόταν η μεγαλοπρεπής Ιερά Πομπή η οποία ξεκινούσε από την Ήλιδα και ακολουθώντας την ηλειακή Ιερά Οδό μετέβαινε με πεζοπορία στην Ολυμπία.

Οι ελλανοδίκες, οι ιερείς και οι αξιωματούχοι της Ήλιδας, οι θεωροί, δηλαδή οι επίσημοι απεσταλμένοι των ελληνικών πόλεων, οι αθλητές με τους προπονητές τους ήταν τα εξέχοντα μέλη της πομπής που βρίσκονταν στην κεφαλή. Στην Ιερά Πομπή ενσωματώνονταν οι ιππείς και οι ηνίοχοι με τα αγωνιστικά άλογα και άρματά τους, οι κάτοικοι της Ήλιδας, οι Ηλείοι των περιχώρων και οι πολυάριθμοι ξένοι επισκέπτες και προσκυνητές μαζί με τις πλούσιες προσφορές τους και τα ζώα προς θυσία στον Δία.

Όταν η πομπή έφθανε στην πηγή Πιέρα, γινόταν από τους ελλανοδίκες μια θυσία χοίρου στο πλαίσιο καθαρτήριας τελετής. Στη συνέχεια, η Ιερά Πομπή κατευθυνόταν διά της Ιεράς Οδού προς την μικρή πόλη των Λετρίνων (κοντά στον Πύργο, τη σημερινή πρωτεύουσα της Ηλείας), όπου όλοι διανυκτέρευαν. Την επομένη, γύρω στο μεσημέρι, η πομπή έφθανε τελικά στην Ολυμπία και η άφιξή της σηματοδοτούσε την έναρξη μιας ακόμη Ολυμπιάδας.

Την ίδια πορεία δια μέσου της ηλειακής πεδινής Ιεράς Οδού ακολουθούσαν και στα Ηραία, γιορτή προς τιμήν της Ήρας που τελούνταν στην Ολυμπία και διοργάνωναν οι «δεκαέξι γυναίκες» των Ηλείων με έδρα τους στην Ήλιδα.

Παρόμοια με την ηλειακή Ιερά Πομπή σε μεγαλοπρέπεια και σημασία πρέπει να θεωρήσουμε την Πομπή των Παναθηναίων στην Αθήνα η οποία απαθανατίστηκε στην Ζωφόρο του Παρθενώνα.

Σύμφωνα με τις φιλολογικές μαρτυρίες, η Ήλις (ή Ήλιδα) απείχε μέσω της πεδινής Ιεράς Οδού 300 στάδια (περίπου 58 χλμ.) από το Ιερό του Διός της Ολυμπίας. Την παραμονή της έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων, σχηματιζόταν η μεγαλοπρεπής Ιερά Πομπή η οποία ξεκινούσε από την Ήλιδα και ακολουθώντας την Ιερά Οδό μετέβαινε με πεζοπορία στην Ολυμπία.

Iστορικός χάρτης του Barbié du Bocage από το τετράτομο έργο του με τίτλο Περιήγησις του Νέου Αναχάρσιδος εις την Ελλάδα (Voyage du jeune Anarcharsis en Grèce) 1787.

Η μετακίνηση ανθρώπων και η διακίνηση αγαθών κατά την αρχαιότητα, όπως και σε κάθε εποχή άλλωστε, διεξαγόταν σε μεγάλο ποσοστό μέσω των θαλασσίων οδών. Η αρχαιότερη κοινά αποδεκτή μέσω αρχαιολογικών ευρημάτων ένδειξη ναυσιπλοΐας στη Μεσόγειο ανάγεται στο τέλος της Παλαιολιθικής Εποχής (9η χιλιετία π.Χ.) και αφορά μεταφορά οψιδιανού από τη Μήλο στο σπήλαιο Φράχθι της Αργολίδας.
Εύλογα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι το θαύμα που συντελέστηκε στα δυο κέντρα της Ηλείας, το αστικό της Ήλιδας και το θρησκευτικό της Ολυμπίας οφείλεται, εν πολλοίς, στην γειτνίαση της περιοχής με την θάλασσα και συγκεκριμένα στην ύπαρξη και λειτουργία των σημαινόντων, διαχρονικών λιμανιών της Κυλλήνης και της Φειάς που και σήμερα ακόμα συνιστούν πύλες εξυπηρέτησης της κίνησης αυτής.

Οπωσδήποτε, οι εκατοντάδες στην αρχή και αργότερα χιλιάδες των προσκυνητών, έφεραν μαζί τους τα πολύτιμα, μικρά ή μεγαλύτερα αφιερώματα στο Ιερό, και μαζί με αυτά ποικίλα άλλα αγαθά, ζώα, εμπορεύματα και είδη προς κατανάλωση.
Ασφαλώς, τα μεγέθη του επιβατικού και εμπορικού όγκου που διακινούνταν μέσω των θαλασσίων οδών, αυξάνονταν προοδευτικά, ακολουθώντας την εξέλιξη και πρόοδο της ναυπηγικής τέχνης και της ναυσιπλοΐας και την προοδευτικά μεγεθυνόμενη φήμη και αίγλη των Ολυμπιακών Αγώνων.

Η Κυλλήνη

Η Κυλλήνη, κατά το μεγαλύτερο διάστημα της αρχαιότητας, λειτούργησε ως επίνειο της Ήλιδας. Όπως μαρτυρεί ο Παυσανίας, ο βολικός και απάνεμος όρμος της, ενισχυμένος από προβλήτες, προσέφερε προστασία στα πλοία από νοτιοδυτικούς ανέμους. Χάρη σε αυτό το φυσικό πλεονέκτημα, φαίνεται πως από την αρχαιότητα και μέχρι τη σύγχρονη εποχή η θέση δεν έπαψε να χρησιμοποιείται για τον ελλιμενισμό πλοίων.
Ήδη από τα ομηρικά χρόνια και πιθανότατα και πριν, δίπλα στο λιμάνι αναπτύχθηκε κώμη που έλαβε το όνομα Κυλλήνη, πιθανόν από Αρκάδες που κατέβηκαν από το όρος Κυλλήνη της Κορινθίας γνωστό σήμερα ως όρος Ζήρεια.

Σημαντικές πληροφορίες για την Κυλλήνη αντλούμε από τους γεωγράφους και περιηγητές των ρωμαϊκών χρόνων Στράβωνα (64 π.Χ. – 24 μ.Χ.) και Παυσανία οι οποίοι μας πληροφορούν ότι στην εποχή τους, η κώμη δεν ήταν μεγάλη και ότι απέχει εκατόν είκοσι στάδια, (περίπου 23 χιλιόμετρα) από την πρωτεύουσα Ήλιδα. Μνημονεύουν άγαλμα του Ασκληπιού, έργο του Κολώτη, μαθητή του Φειδία, φτιαγμένο από ελεφαντοστό, ιερό της Αφροδίτης και λατρείας του θεού Ερμή στον οποίο είχαν αφιερώσει άγαλμα με την μορφή όρθιου ανδρικού μορίου.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τις Σταυροφορίες, το λιμάνι της Κυλλήνης αποκτά ξανά μεγάλη αίγλη. Πάνω στα λείψανα των αρχαίων εγκαταστάσεων και με την συχνή επανάχρηση οικοδομικού υλικού που υπήρχε in situ, ο Γοδεφρείδος Β’ Βιλλεαρδουίνος, ηγεμόνας των Φράγκων κατακτητών, ίδρυσε εδώ την Clarentia, γνωστή στους βυζαντινούς και ως «Γλαρέντζα», το επίνειο της Ανδραβίδας, πρωτεύουσας του περίφημου στα μεσαιωνικά χρόνια πριγκιπάτου της Αχαΐας

Φειά

Η Φειά ήταν εκτεταμένη και αραιοκατοικημένη, όπως προκύπτει από τα σωζόμενα λείψανα. Στα κλασικά χρόνια, η κώμη καταλάμβανε όλη την επιφάνεια του ακρωτηρίου Ιχθύς, πλησιάζοντας στα βόρεια τον σημερινό οικισμό της Σκαφιδιάς, στο μέρος όπου ο μικρός ποταμός με την αρχαία ονομασία Ιάρδανος χύνεται στο Ιόνιο.
Στην κορυφή του λόφου βρισκόταν η ακρόπολη της Φειάς εκεί που σήμερα σώζονται τα λείψανα του μεσαιωνικού οχυρού, γνωστό στις πηγές ως Ποντικόκαστρο. Πρόκειται για κάστρο ιδρυμένο στη βυζαντινή εποχή, πάνω στα λείψανα της αρχαίας ακρόπολης που αργότερα καταλήφθηκε από τους φράγκους κατακτητές.

Ο ναός της Αθηνάς ήταν αφιερωμένος από τους κατοίκους της αρχαίας Μακίστου στη κοινή τους θεά και θεά όλων των Ελλήνων.

Τα κατάλοιπα του ναού εντοπίζονται κοντά στο σημερινό χωριό Σκιλλουντία, νότια του ποταμού Αλφειού. Από το μνημείο σήμερα σώζεται μόνο η τρίβαθμη κρηπίδα και λιγοστά, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη.
Ο άλλοτε εντυπωσιακός ναός ανήκει στο δωρικό ρυθμό και είναι κατασκευασμένος από εύθρυπτο κογχυλιάτη λίθο, ένα είδος τοπικού πωρόλιθου από τον οποίο έχουν κατασκευαστεί και τα μνημεία της Ιερής Άλτης της Ολυμπίας.
Σύμφωνα με τις μορφολογικές, ιστορικές και επιγραφικές μαρτυρίες η χρονολογία του ναού υπολογίζεται μεταξύ 525 – 460 π.Χ.
Τα αετώματα στη στέγη του ναού είχαν πλούσιο διάκοσμο με γλυπτικές συνθέσεις εμπνευσμένες από τη μυθολογία: η ανατολική πλευρά φιλοξενούσε παραστάσεις Γιγαντομαχίας ενώ στη δυτική πλευρά Αμαζονομαχίας.
Οι ανασκαφές του ναού πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους, με εκκίνηση το 1880 από τους Ε. Καστόρχη και Π. Καββαδία.
Στη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών το 1978-1981, η ανακάλυψη μιας χάλκινης επιγραφής του 4ου π.Χ. αι. με ψήφισμα του κοινού των Τριφυλίων, που αναφέρεται στη θεά Αθηνά και σε πολίτες της Μακίστου, βοηθά στην ταυτοποίηση του ναού.

Πολλά από τα ευρήματα των ανασκαφών του ναού, όπως η χάλκινη επιγραφή που αναφέρθηκε παραπάνω, ή κάποιες μαρμάρινες γενειοφόρες κεφαλές μορφών και ένα άγαλμα γυμνού κρανοφόρου πολεμιστή που κοσμούσαν τα αετώματα, φιλοξενούνται σήμερα στις προθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Πύργου.

Ο ναός της Αθηνάς ήταν αφιερωμένος από τους κατοίκους της αρχαίας Μακίστου στη κοινή τους θεά και θεά όλων των Ελλήνων.

Τα κατάλοιπα του ναού εντοπίζονται κοντά στο σημερινό χωριό Σκιλλουντία, νότια του ποταμού Αλφειού. Από το μνημείο σήμερα σώζεται μόνο η τρίβαθμη κρηπίδα και λιγοστά, διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη.
Ο άλλοτε εντυπωσιακός ναός ανήκει στο δωρικό ρυθμό και είναι κατασκευασμένος από εύθρυπτο κογχυλιάτη λίθο, ένα είδος τοπικού πωρόλιθου από τον οποίο έχουν κατασκευαστεί και τα μνημεία της Ιερής Άλτης της Ολυμπίας.
Σύμφωνα με τις μορφολογικές, ιστορικές και επιγραφικές μαρτυρίες η χρονολογία του ναού υπολογίζεται μεταξύ 525 – 460 π.Χ.
Τα αετώματα στη στέγη του ναού είχαν πλούσιο διάκοσμο με γλυπτικές συνθέσεις εμπνευσμένες από τη μυθολογία: η ανατολική πλευρά φιλοξενούσε παραστάσεις Γιγαντομαχίας ενώ στη δυτική πλευρά Αμαζονομαχίας.
Οι ανασκαφές του ναού πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χρονικές περιόδους, με εκκίνηση το 1880 από τους Ε. Καστόρχη και Π. Καββαδία.
Στη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών το 1978-1981, η ανακάλυψη μιας χάλκινης επιγραφής του 4ου π.Χ. αι. με ψήφισμα του κοινού των Τριφυλίων, που αναφέρεται στη θεά Αθηνά και σε πολίτες της Μακίστου, βοηθά στην ταυτοποίηση του ναού.

Πολλά από τα ευρήματα των ανασκαφών του ναού, όπως η χάλκινη επιγραφή που αναφέρθηκε παραπάνω, ή κάποιες μαρμάρινες γενειοφόρες κεφαλές μορφών και ένα άγαλμα γυμνού κρανοφόρου πολεμιστή που κοσμούσαν τα αετώματα, φιλοξενούνται σήμερα στις προθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Πύργου.

Πήλινη μελανόμορφη πινακίδα με σκηνή «πρόθεσης». 
Ο νεκρός είναι ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι,περιτριγυρισμένος από μέλη της οικογένειάς του. Κάποιοι τραβούν τα μαλλιά τους σε ένδειξη πένθους.
Χρονολογείται στην Αρχαϊκή Εποχή (2ο μισό 6ου αι. π.Χ.)

Πηγή: 
https://art.thewalters.org/detail/19887/black-figure-pinax-plaque/

Ταφικά έθιμα της Ηλείας.

Οι αρχαίοι Έλληνες συμπεριλαμβανομένων των Ηλείων είχαν πλούσια έθιμα και τελετές για τους νεκρούς πολλά από τα οποία επιβιώνουν ως τις ημέρες μας. Περιλάμβαναν συγκεκριμένα στάδια για τον αποχαιρετισμό του νεκρού και είχαν τις ρίζες τους στην προϊστορία. Στόχευαν να τιμήσουν τη μνήμη του εκλιπόντος και να παρέχουν παρηγοριά στους οικείους του. Μπορούμε να διακρίνουμε τα ακόλουθα στάδια:

  1. Πρόθεση: Σε αυτή τη φάση, οι συγγενείς και φίλοι συγκεντρώνονταν γύρω από τη σορό του νεκρού, η οποία ήταν συχνά στολισμένη με άνθη. Η πρόθεση λειτουργούσε ως η τελευταία ευκαιρία να αποχαιρετήσουν τον νεκρό πριν από την ταφή.
  2. Εκφορά: Εδώ λάμβανε χώρα η πομπή προς τον τόπο ταφής. Η εκφορά ήταν συνήθως μία συμβολική πορεία, όπου συμμετείχαν οι στενοί συγγενείς, φίλοι, και μερικές φορές η κοινότητα, συνοδεύοντας τον νεκρό στο τελικό του ταξίδι.
  3. Περίδειπνο: Ακολουθούσε ως ένα γεύμα μνήμης, όπου οι συμμετέχοντες μοιράζονταν φαγητό και συχνά θύμιζαν στιγμές από τη ζωή του εκλιπόντος, ενισχύοντας τη συλλογική μνήμη και το δέσιμο της κοινότητας.

Μετά το περίδειπνο, πίστευαν πως ο Ερμής Ψυχοπομπός, ως αγγελιοφόρος των θεών, οδηγούσε τις νεκρές ψυχές στις όχθες του ποταμού Αχέροντα, που χώριζε τον κόσμο των ζωντανών από τον κάτω κόσμο. Εκεί, ο ο πορθμεύς Χάρων, αναλάμβανε με την βάρκα του το έργο της μεταφοράς τους στον Άδη . Οι συγγενείς τοποθετούσαν ένα νόμισμα (τον χαρώνιο οβολό) στο στόμα του νεκρού για να πληρώσει το αντίτιμο του ταξιδιού. Ο Άδης, ήταν ο κυρίαρχος θεός του κάτω κόσμου όνομα που ταυτόχρονα δήλωνε και το σκοτεινό και μυστηριώδες μέρος όπου κατοικούσαν οι ψυχές των νεκρών. Μάλιστα, στην Ήλιδα, υπήρχε ιερό του Άδη που άνοιγε μια φορά το έτος.

Αυτά τα έθιμα διαμορφώνονταν από πολιτιστικές, θρησκευτικές και κοινωνικές παραδόσεις, υπογραμμίζοντας τη σημασία της μνήμης και της τιμής προς τους νεκρούς στην κοινωνία.

Στον τάφο τοποθετούνταν προσωπικά αντικείμενα ή ειδικά κατασκευασμένα κτερίσματα. θάβονταν διάφορα αντικείμενα, όπως:

Παιχνίδια: Για τα παιδιά, όπως κούκλες, αμάξια, ζώα.

Αγγεία: Οινοχόες, αμφορείς, κύπελλα κ.λπ., που περιείχαν τροφή και ποτό για το ταξίδι στον Άδη.

Κοσμήματα: Βραχιόλια, σκουλαρίκια, περιδέραια, που ανήκαν στον νεκρό ή κατασκευάζονταν ειδικά για την ταφή.

Ειδώλια: Μικρά αγαλματίδια που απεικόνιζαν ανθρώπους, ζώα ή θεούς.

Όπλα: Για τους άνδρες, ως σύμβολο της κοινωνικής τους θέσης.